

Μία άτυχη στιγμή στη θάλασσα, ένα ναυάγιο που γεννά μια οικογενειακή τραγωδία και η θάλασσα γίνεται η Νέμεσις του μικρού Αντρέα, καθώς παίρνει ένα κομμάτι του μαζί της και σημαδεύει τη ζωή του. Όμως τι θα απογίνει στο εξής το παιδί που επέζησε; Αυτό είναι «Το απάγκιο».
Το παλιό σκαρί των γονιών του, η σάπια βάρκα γίνεται «το απάγκιο» του για τα επόμενα χρόνια, δίχως οικογένεια πια, με ένα χέρι και μόνη παρηγοριά εκείνο το κορίτσι που αγάπησε. Κάπως έτσι ο ήρωάς μας πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το νησί του και ο συγγραφέας μάς ταξιδεύει στην πολυσύχναστη Αθήνα, μέσα απ’ τα μάτια ενός δεκάχρονου αγοριού.
Στο ίδιο αφηγηματικό πλαίσιο, χρόνια μετά, καταφτάνει στο νησί ένας γνωστός-άγνωστος, αποζητώντας δικαιοσύνη. Έρχεται όμως αντιμέτωπος με το παρελθόν κι ένας κοιμισμένος έρωτας ξυπνά.
Στην Αθήνα ο Αντρέας μεγαλώνει δίπλα σε ιερόδουλες και μεγαλουργεί χάρη στη ματρόνα που τον περιμάζεψε στον οίκο ανοχής της. Στο πρόσωπό του βρίσκει και η ίδια τον χαμένο της γιό. Ο Αντρέας γίνεται τρανός ναυτικός, ξεπερνά τη φοβία με τη θάλασσα και όλα τα χρήματα από τις «βρομοδουλειές» τα στέλνει ως «ανώνυμος» ευεργέτης στο νησί του.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τρίτο πρόσωπο, περιγράφοντας με λεπτομέρειες τις καταστάσεις που ξετυλίγονται στις σελίδες του βιβλίου του, παρασύροντας τον ταξιδιώτη με τις περιπέτειες του «Χταπόδη» – το παρατσούκλι του από παιδί.
Ευκολοδιάβαστο και γεμάτο συναισθήματα, απομυθοποιεί τα οικογενειακά στερεότυπα με τον κεντρικό ήρωα να μεγαλώνει σε έναν οίκο ανοχής με πολλές «θείες» (τις κοπέλες που δουλεύουν εκεί) και «θείους» (τους θαμώνες της υψηλής και όχι μόνο κοινωνίας). Αγγίζει, όμως, και την κατάσταση του «διδάκτορα» Γκιφρίλου που κάνει ό,τι θέλει στο νησί και πληρώνει το υπέρτατο τίμημα.
Ο συγγραφέας τονίζει μέσα απ’ τον χαρακτήρα του κεντρικού του ήρωα το ζήτημα ότι ο εύκολος δρόμος των χρημάτων δεν οδηγεί πάντα στην ευτυχία και στην ηρεμία. Αντιθέτως διαμορφώνει μια εσωτερική ηθική. Αντίστοιχα η «μητρική» συμπεριφορά της ματρόνας και η αγάπη που του χαρίζει (αλλά και λαμβάνει), διαμορφώνουν την οικογένεια που ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να ζήσει στο νησί του, λόγω του τραγικού συμβάντος.
Μια όμορφη πρώτη απόπειρα του συγγραφέα, που έμμεσα αφήνει τα μηνύματά της (σε ηθικό και ψυχολογικό επίπεδο), με πιο σημαντικό αυτό του «στρατηγού» που συστήνει να μην εγκαταλείπεις τα όνειρα σου: «Ποτέ μην υποστείλεις τη σημαία της καρδιάς σου».
Το βιβλίο «Το απάγκιο» κυκλοφορεί από την Libron Εκδοτική
Περίληψη:
Μ’ ένα χέρι κι έναν μπόγο στα δέκα του αφήνει το νησί και ταξιδεύει λαθραία ως τον Πειραιά. Εκεί θα γίνει διακονιάρης, ώσπου η μοίρα θα του επιφυλάξει μια καλύτερη τύχη. Σε μια μέρα θα γίνει πλούσιος και θα γνωρίσει την κυρία Φρόσω, τη ματρόνα ενός φημισμένου οίκου ανοχής στα βόρεια προάστια. Αυτή θα τον μεγαλώσει και θα τον σπουδάσει.
Πλοίαρχος πλέον, θα ξεκινήσει τις βρομοδουλειές στο Αιγαίο, μέχρι που ένα γράμμα από την Ιαπωνία θα τα φέρει όλα ανάποδα. Ο Αντρέας, ο «Χταπόδης», πρέπει να σκεφτεί πολλά. Τη ματρόνα, όλους τους γνωστούς από το τον οίκο ανοχής, το νησί του και, κυρίως, την Αφροδίτη, τον παιδικό του έρωτα…
Βιογραφικό σημείωμα:
Ο Μιχαήλ Μιχαλιός γεννήθηκε στην Ξάνθη, αλλά από τα δύο του χρόνια ζει στην Αθήνα.
Είναι απόφοιτος της φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου Ιωαννίνων και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη Βυζαντινή Ιστορία από το ΕΚΠΑ. Εργάστηκε ως διορθωτής και επιμελητής σε εκδοτικούς οίκους και εφημερίδες, ενώ τα τελευταία 23 χρόνια υπηρετεί στη δημόσια εκπαίδευση.
Η νουβέλα με τίτλο «Το απάγκιο» είναι το πρώτο του βήμα στα λογοτεχνικά μονοπάτια.