




Ο κόντρα τενόρος Νίκος Σπανάτης γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη. Σπούδασε τρομπέτα, ανώτερα θεωρητικά, πιάνο και είναι απόφοιτος και υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου. «Το Μυστικό των Ποταμών της Αττικής» στο 3ο φεστιβάλ «Λυρικός Νότος», που παρουσιάστηκε πριν λίγες μέρες στην κεντρική σκηνή «Σταύρος Νιάρχος», είναι η όπερα του διακεκριμένου μουσικολόγου και συνθέτη Μηνά Αλεξιάδη στην οποία συμμετείχε ο Νίκος Σπανάτης.
Κατά την άποψή του, η ανθρώπινη φωνή είναι το πιο εκφραστικό μουσικό όργανο, ενώ οι ρόλοι που έχει αναλάβει όλα αυτά τα χρόνια στην όπερα τον συναρπάζουν-αυτήν την φορά, ενσαρκώνει τον Τειρεσία, μια νέα πρόκληση για εκείνον.
Επιμέλεια συνέντευξης: Γιώργος Βιτωράτος
Τι σημαίνει πρακτικά να είσαι «κόντρα τενόρος»;
Η φωνή του κόντρα τενόρου τα τελευταία χρόνια είναι αρκετά γνωστή και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο για τον μυημένο φιλόμουσο αλλά και για τον αμύητο. Είναι η ανδρική ενήλικη καλλιεργημένη φωνή που τραγουδά στα ψηλότερα τονικά ύψη, όπως της άλτο, της μέτζο σοπράνο και πιο σπάνια της σοπράνο, συμπράττοντας στη σκηνή με τα υπόλοιπα είδη φωνών ισότιμα σε ηχόχρωμα και δυναμική. Φωνή όχι συνηθισμένη, βελούδινη και απροσδόκητα δυναμική πολλές φορές, με δεξιοτεχνία και ικανότητα, που δεν πρέπει να συγχέεται με την φυσιολογία της φωνής των διάσημων τραγουδιστών «castrati» της εποχής του 17ου και 18ου αιώνα.
Από τα τέλη του 13ου αιώνα έως και το όψιμο Μπαρόκ, η εν λόγω φωνή τραγουδά στην πολυφωνία της Αναγέννησης και στο πρώιμο μπαρόκ και στα μέσα του 20ου αιώνα αναβιώνει ξανά πρωταγωνιστώντας στα μεγάλα θέατρα, ερμηνεύει κυρίως ρόλους σε όπερες Μπαρόκ και εμπνέει πολλούς σύγχρονους συνθέτες να γράψουν αποκλειστικά για αυτόν διευρύνοντας το ρεπερτόριο του.
Τι σας μαγεύει περισσότερο στην όπερα;
Αυτό που με μαγεύει σε μια όπερα είναι ο τρόπος με τον οποίο εξιστορείται μια υπόθεση μέσω της ανθρώπινης φωνής, του πιο εκφραστικού και σπουδαιότερου οργάνου. Γοητεύομαι και ενθουσιάζομαι πολύ από τη μουσική, το λιμπρέτο, τη σκηνική δράση, τα κοστούμια, τη σκηνοθεσία.
Ποιος είναι ο πιο απαιτητικός ρόλος που έχετε ενσαρκώσει μέχρι στιγμής;
Ο πιο απαιτητικός ρόλος ήταν της «Θείας Δίκης» (La Giustizia Divina) από την όπερα «Η Κιβωτός του Νώε» (Il Diluvio Universale) του Michelangelo Falvetti, που παρουσιάστηκε στο Μικρό θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου, από την γνωστή Ομάδα Μουσικού Θεάτρου Ραφή, ένα από τα πιο δυναμικά ελληνικά σχήματα λυρικού θεάτρου της χώρας. Ήταν ένας ρόλος φωνητικά, ιδιαιτέρως, δεξιοτεχνικός, με χαρακτήρα βιβλικής διάστασης, θυμωμένο και οργισμένο, που παρεμβαίνει στην ιστορία του σύμπαντος και δημιουργεί τις συνθήκες για τη σκληρή και δίκαιη τιμωρία της ασεβούς και ανυπάκουης ανθρωπότητας.



Ποια η σχέση των σημερινών Ελλήνων με τη μουσική;
Οι περισσότεροι Έλληνες θεωρούν πως «μουσική» είναι το εμπορικό τραγούδι. Αν και η ιδιωτική τηλεόραση έχει συμβάλει σε αυτή την άποψη, ο θεατής, είτε λάτρης της εμπορικής μουσικής, είτε της λόγιας, έχει τη δυνατότητα να αναζητήσει τη μουσική που τον ενδιαφέρει και να την απολαύσει στους αντίστοιχους χώρους.
Υπάρχουν τρόποι να ανανεωθεί για να αφορά περισσότερο και νεανικότερο κοινό στην όπερα, πιστεύετε;
Η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει συμβάλει σημαντικά με τον προγραμματισμό της, τόσο στην Κεντρική, όσο και στην Εναλλακτική Σκηνή με όπερες, παραστάσεις μουσικού θεάτρου, μιούζικαλ, οπερέτες, έργα Ελλήνων συνθετών, δίνοντας τη δυνατότητα στο κοινό να παρακολουθεί και να μυείται σε θεάματα υψηλής αισθητικής και ποιότητας.
Πώς αισθάνεστε με την συνθήκη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης στο Εθνικό Ωδείο Υμηττού;
Είναι μεγάλη μου χαρά που είμαι καλλιτεχνικός διευθυντής στο Εθνικό Ωδείο Υμηττού από το 2011. Το Εθνικό Ωδείο από το 1926, του έτους ιδρύσεως του, έως και σήμερα, πραγματοποιεί το μουσικό όραμα του Μανώλη Καλομοίρη, πραγματοποιώντας σε υψηλότατο επίπεδο το παιδαγωγικό και πολιτιστικό έργο που μας κληροδότησε. Στόχος μας είναι ο κάθε σπουδαστής με τη σωστή καθοδήγηση και μετάδοση της μουσικής γνώσης, να τον εμπνεύσουμε με αγάπη στην «Τέχνη των Ήχων», πραγματοποιώντας τη δική του μελλοντική πορεία στο χώρο της μουσικής.



Ποιο είναι το μυστικό των ποταμών της Αττικής;
«Το Μυστικό των Ποταμών της Αττικής» στο 3ο φεστιβάλ «Λυρικός Νότος», που παρουσιάστηκε στην κεντρική σκηνή «Σταύρος Νιάρχος», είναι η όπερα του διακεκριμένου μουσικολόγου και συνθέτη Μηνά Αλεξιάδη, με καταπληκτική μουσική και ο οποίος έχει γράψει και το λιμπρέτο, το οποίο σφύζει από αστείρευτο χιούμορ. Η όπερα φέρει τον υπότιτλο «Οικολογική όπερα Κ 15», και έχει μουσικοχορευτικό χαρακτήρα. Το θέμα της είναι τα τρία ποτάμια της Αττικής: ο Ιλισός, ο Ηριδανός, και ο Κηφισός, οι οποίοι από θεοί της αρχαιότητας, που ερωτοτροπούσαν με θνητές, νύμφες και θεές, κατέληξαν να είναι αποχετευτικοί αγωγοί. Και ενώ στην αρχή περιέγραφαν την θλιβερή και τραγική τους συνθήκη, σκανδαλίζονται από ήχους «πονηρούς» και αποδράτουν από μέρη που παραμένουν ακόμα ανοιχτά στο σκοτάδι και ως μπαζωμένοι και φυλακισμένοι πρωταγωνιστούν σε ερωτικές περιπέτειες.
Ο ρόλος του Τειρεσία τι σκέψεις και συναισθήματα σας προξενεί;
Ο μάντης Τειρεσίας ήταν πολύ γνωστός στην Ελλάδα της αρχαιότητας για τις συμβουλές και τους χρησμούς του. Ήταν τυφλός και είχε ζήσει ως άντρας και ως γυναίκα. Η εμπειρία ενός ρόλου σαν του Τειρεσία είναι ευχάριστη πρόκληση, αρχικά για τη διπλή του φύση, διατυπώνει τον λόγο του πάντα με αλήθεια και ως παρουσία στην πλοκή της όπερας, μου δημιουργεί μια πρωτόγνωρη μυσταγωγία.
Τι αγαπάτε περισσότερο στην δουλειά σας;
Να υποδύομαι έναν ρόλο, που είναι άκρως αντίθετος με τον χαρακτήρα μου. Είναι απόλαυση να έχω τη δυνατότητα να ερμηνεύω υπερβατικούς ρόλους τόσο φωνητικά όσο και σκηνικά.
Ποια είναι εκείνη η παράσταση που είδατε ή συμμετείχατε και σας έχει μείνει ακόμα αξεπέραστη;
Είναι πάρα πολλές οι παραστάσεις που έχω δει και με έχουν εμπνεύσει και συγκινήσει ως καλλιτέχνη και ως θεατή. Η παράσταση, όμως, που έχει μείνει ανεξίτηλα στη μνήμη μου, ενώ ακόμα σπούδαζα τραγούδι και είχα μόλις αποφοιτήσει από το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου, είναι η όπερα «Ερωφίλη» του Νίκου Μαμαγκάκη, που υπήρξε και το ντεμπούτο μου στην όπερα ως Καρπόφορος και Μαντατοφόρος στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2003 στο Ηρώδειο με τη Χορωδία και την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ.