Λαμπρινή Γιώτη: “Ερωτεύτηκα την κέλτικη μουσική αλλά έχω αδυναμία στην ηπειρώτικη”

Λαμπρινή Γιώτη

Έχω ξυπνήσει άσχημα, έχω αργήσει στη σχολή και περπατάω γοργά με σκυφτό κεφάλι προς την αίθουσα που γινόταν η παράδοση. “Ε, μικρή Ιρλανδέζα περίμενε” μου φωνάζει ένας φίλος μου, ο Κώστας ο Πετρόπουλος, που με ακολουθούσε από την στάση του λεωφορείου χωρίς να τον έχω προσέξει. “Έμαθα για ένα σεμινάριο ιρλανδικού τραγουδιού και η πρώτη που σκέφτηκαν ήσουν εσύ!”, μου λέει φτάνοντας πλάι μου και μου δείχνει την εκδήλωση στο facebook. Όλοι ήξεραν στη σχολή την τρέλα μου με αυτή τη χώρα του Βορρά. Μειώνουμε ταχύτητα και γυρίζω και τον κοιτάζω. “Ο Κώστας είναι καλός μουσικός, κάτι θα ξέρει παραπάνω”, σκέφτηκα. Τον επόμενο μήνα είχα ταξιδέψει μέχρι την Αθήνα και παρακολουθούσα σεμινάριο με τη Λαμπρινή Γιώτη ή αλλιώς Labri Giotto, για όσους την γνώρισαν στη συναυλία της Myrkur

Η Λαμπρινή Γιώτη ασχολείται με τη μουσική από πέντε χρονών. Ξεκίνησε με πιάνο και σπούδασε στο μουσικό γυμνάσιο λύκειο Παλλήνης και αργότερα στο τμήμα μουσικών σπουδών του Deree. Κερδίζοντας υποτροφία έκανε μεταπτυχιακό εθνομουσικολογιας στην Ιρλανδία μελετώντας την παραδοσιακή μουσική διαφόρων λαών και τελετουργικά από όλο τον κόσμο. Από το 1993 ασχολείται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα με την κέλτικη, δηλαδή ιρλανδική σκωτσέζικη μουσική και με το σκανδιναβικό τραγούδι, προωθώντας τα στην Ελλάδα και εφαρμόζοντας αντίστροφο μάρκετινγκ στο εξωτερικό την διάδοση της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής. Μιλήσαμε, λοιπόν, με τη Λαμπρινή Γιώτη για τις μουσικές του κόσμου, τις ιδιαιτερότητες και τις ομοιότητες τους με την ελληνική. Αναφερθήκαμε, στις διεξόδους που έχει ένας μουσικός στην Ελλάδα και μάθαμε πολλά για τις υπέροχες μουσικές εκδηλώσεις που συμβαίνουν κάτω απ’ τη μύτη μας.

Επιμέλεια συνέντευξης: Ζαννίνα Μαργαρίτη

Advertisements
Ad 14

Γιατί εθνομουσικολόγος; Τι σας μαγεύει στις μουσικές των λαών;

Είχα έναν μεγαλύτερο αδερφό που με προμήθευε με cd και μουσική. Μόλις άκουσα τα πρώτα ξενόγλωσσα κομμάτια ένιωσα ότι πήγαζε από μέσα μου. Ήταν εσωτερικό, ένιωθα σαν να τα είχα ξανακούσει ενώ δεν ήξερα λέξη από γαέλικα και σουηδικά, ούτε καν αγγλικά όταν άρχισα να ακούω. Τα έπαιζα και στο πιάνο, όμως, τραγουδιστικά, μπήκα σε μια σειρά μετά το λύκειο. Όταν ήρθε η ώρα να διαλέξω μεταπτυχιακό κινήθηκα αρχικά προς Σκανδιναβία αλλά στη Νορβηγία δεν είχε κλάδο εθνομουσικολογίας. Έκανα μισές σπουδές πρακτικό μισές θεωρητικό και ήθελα ακαδημαϊκά και πρακτικά να μεταδώσω τη γνώση στο απλό κοινό ως μια μορφή εκλαϊκευμένης μουσικής. Δεν πρέπει να κρατάς τη γνώση για την ελίτ αλλιώς δεν θα μορφωθεί ποτέ ο κόσμος. Εν τέλει, παρόλο που στην αρχή δεν ήθελα μια και μοναδική κατεύθυνση, το όνομα Λαμπρινή Γιώτη είναι περισσότερο συνυφασμένο με την κέλτικη μουσική, πάνω στην οποία πραγματοποιώ σεμινάρια, που απευθύνονται σε όλο τον κόσμο αρκεί να έχουν μουσικό αυτί και αντίληψη και να μην έχουν πρόβλημα στη φωνή. Δεν χρειάζεται να ξέρουν ούτε μουσική ούτε νότες ούτε τίποτα.

Λαμπρινή Γιώτη

Ποιες χώρες γνωρίζετε μουσικά και ποιας η μουσική είναι η αγαπημένη σας;

Ιρλανδία, Σκωτία, Σουηδία, Σαμι Νορβηγία, την νορβηγική πλευρά της Λαπωνίας Αφγανιστάν (γιατί είχαμε καθηγητές στο πανεπιστήμιο), Ινδία, Παλαιστίνη, Πορτογαλία (όχι φαντος), Ελλάδα, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Απαλάχια Όρη, Ιράν, Καταλονία. Βέβαια, αρκετές από αυτές τις μουσικές δεν είναι σύγχρονες, λόγου χάρη η μουσική των Σάμι ή για την Πορτογαλία δεν έχω ασχοληθεί με fado αλλά γνωρίζω και πιο σύγχρονες, για παράδειγμα αφροαμερικάνικη, negro spirituals/gospel. Ομολογώ πως δεν ασχολούμαι καθόλου με Κάτω Ιταλία και ούτε τα χρησιμοποιώ όλα αυτά, τουλάχιστον τακτικά. Έχω μια κατεύθυνση περισσότερο προς βορρά και Αμερική. Όσον αφορά ποια από αυτές ξεχωρίζω… Καμία. Μ’ αρέσουν όλες εξίσου, το καθένα μου κάνει κάτι διαφορετικό. Θα έλεγα πως είμαι ερωτευμένη με την κέλτικη μουσική, αγαπώ τη σκανδιναβική και μέσα στην καρδιά μου ως ιδιαίτερη αδυναμία είναι η μουσική της Ηπείρου. Έχει πεντατονική σκάλα που μοιάζει με την μουσική των Λαπωνων, των Κελτών και των Αμερικανών και έχει μεγάλη σύνδεση η ελληνική μουσική με τη σκανδιναβική. Αν ακούσουμε μουσική της Σουηδίας ή της Νορβηγίας είναι σαν να ακούμε ελληνική παραδοσιακή μουσική. Και από την άλλη μεριά, η ελληνική είναι και μια ανατολική μουσική όσον αφορά τα διαστήματα  και τις κλίμακες, οπότε υπάρχει σύνδεση και από εκείνη την πλευρά. 

Διαβάστε επίσης  Η Ιρλανδία μέσα από πληροφορίες που δεν γνώριζες για αυτήν

Πως καταφέρνετε να προωθήσετε τη δουλειά σας στην Ελλάδα της κρίσης;

Χρειάζεται κόπο. Θέλει χρήμα ή τύχη ή γνωριμίες. Υπάρχει ανταγωνισμός, ζήλια, εμπόδια. Το 2000 ξεκίνησα μόνη μου έχοντας γυρίσει από Ιρλανδία. Ήμουν η πρώτη που σύστησε στην Ελλάδα την σκανδιναβική παραδοσιακή μουσική και πλέον, βετεράνος στην κέλτικη εδώ στην Ελλάδα μαζί με τους αδερφούς Γιώργο και Μανώλη Γαλιάτσο της μπάντας Iernis που επέστρεψαν από την Αυστραλία το 1990 με οργανικά κομμάτια, κυρίως. Για να προωθήσω τη μουσική μου συνεργαζόμουν με πολλούς μουσικούς και κάναμε συναυλίες σε εξωτερικούς χώρους όχι σε μαγαζιά. Το 2011 έγινε η προσπάθεια πιο σταθερή μέσα από τη συνεργασία μου με τον Γ. Τσιμπουξή, όπου πάλι τρέχαμε μόνοι, χωρίς βοήθεια σε αυτόν τον τομέα, χωρίς να προσκολληθούμε σε κάποιον. Μέσω της συνεργασίας μου με την πρεσβεία της Ιρλανδίας, παίξαμε ιρλανδικά στο Μουσείο Ακρόπολης και από κει και πέρα δουλεύουμε με mail συνεργασίας παντού. Έτσι προμοτάρουμε τη δουλειά μας και κλείνουμε συμφωνίες. Βέβαια, στο θέμα της διαφήμισης και της προώθησης μπαίνει και το οικονομικό ζήτημα. Οι πληρωμές από συναυλίες είναι φτωχές στην Ελλάδα της κρίσης. Καταλήγεις, μάλιστα, να δίνεις περισσότερα στην προώθηση από αυτά που βγάζεις. Χρειάζεται, λοιπόν, υπομονή, επιμονή και πίστη στις δυνάμεις σου. Αν δεν έχεις οικονομική επιφάνεια για να προσλάβεις μάνατζερ και να φτιάξεις ιστοσελίδα, πορεύεσαι εναλλακτικά. 

Λαμπρινή Γιώτη

Ο κόσμος ακούει ethnic? Πώς αντιδρά σε τραγούδια που δεν μπορεί να καταλάβει τον στίχο;

Θεωρώ αδόκιμο για αυτή τη μουσική που παίζω τον όρο ethnic. To ethnic παραπέμπει στο fusion και ανακατεύει την jazz με την pop. Δεν είναι παραδοσιακή μουσική, δεν είναι world music. Παρόλ’ αυτά, ο κόσμος ακούει αρκετά και τα δύο. Μάλιστα, υπάρχει ρεύμα λόγω ταινιών και σειρών όπως Game of thrones και Vikings, μια κατεύθυνση προς τη σκηνή του βορρά. Η Ελλάδα ακούει, έχουμε κοινό και δεν τους πειράζει τόσο ο στίχος πιστεύω, αρκεί ο μουσικός ή ο ραδιοφωνικός παραγωγός να ενημερώνει το ακροατήριο για το τι θα ακούσει με μια πρόχειρη μετάφραση του τίτλου και μια περίληψη του τι πραγματεύεται το κομμάτι. Είναι χρέος τους να παιδεύσουν το κοινό και να του δώσει ερεθίσματα να ψάξει σε δισκοθήκες και όχι στο youtube που παρέχει λειψή πληροφορία. Και βέβαια, να τον εκφράζει αυτή η μουσική, να είναι βιωματική και όχι αυτοσκοπός ή μόδα.

Σε ποιες χώρες έχεις ζήσει και σε ποιες έχεις κάνει live? Ποιες οι μουσικές υποδομές εκεί; Τι έχει να ζηλέψει η Ελλάδα από τις μουσικές σκηνές του εξωτερικού;

Μόνη μου στην Ιρλανδία. Κατόπιν, παίζαμε με τον Γιώργο Τσιμπουξή σε Σουηδία και Σκωτία. Ως Λαμπρινή Γιώτη, πιστεύω πως οι υποδομές που είδα είναι σχεδόν ίδιες με τις δικές μας. Η Ελλάδα έχει καλούς χώρους, φωτιστές, φροντιστές σκηνής και ηχολήπτες αλλά δη δει χρημάτων όλα περιορίζονται.

Διαβάστε επίσης  Μάνου Αγγελική:"οι φίλοι είναι η οικογένεια που επιλέγουμε"

Λαμπρινή Γιώτη

Κάνετε και εκπομπή στο ραδιόφωνο. Τι είναι το ραδιόφωνο για σας σε μια εποχή που όλοι μπαίνουν στο διαδίκτυο ή κατεβάζουν τραγούδια μόνοι τους για να παίζουν στα ακουστικά τους;

Υπάρχει κοινό και μάλιστα ακούει κόσμος από όλο τον κόσμο. Το ραδιόφωνο διαφέρει στο ότι καλλιεργεί τη φαντασία, είναι ποιοτικό, εκπαιδεύει τον ακροατή και φυσικά μην ξεχνάμε τις όμορφες φωνές που μιλάνε στο μικρόφωνο και στην καρδιά των ακροατών. 

Κάνετε και εκεί εκπομπή παρόμοιας θεματολογίας πόσο εύκολο είναι να συντονιστεί ο κόσμος και τι μήνυμα θέλει να περάσει στον κόσμο;

Η εκπομπή είναι σε δύο γλώσσες (ελληνικά και αγγλικά), φιλοξενείται από ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο, La Vita Radio, στο Περιστέρι κάθε απόγευμα Πέμπτης 17:00 και λέγεται “το τραγούδι των λαών”. Περνούν από τον αέρα του σταθμού ονόματα διεθνούς φήμης στην παραδοσιακή μουσική σκηνή ή που σχετίζονται με τη folk, όπως η Sheila Chandra. Οι συνεντεύξεις, είτε γραπτές με απαγγελία είτε τηλεφωνικές, υπάρχουν σε πληθώρα και με εμπεριστατωμένες ερωτήσεις. Ο κόσμος συντονίζεται για να μάθει κάτι παραπάνω. Οι καλλιτέχνες θέλουν να μιλήσουν και μερικοί έρχονται και για live στο studio, όπως οι Encardia. Έχει δουλειά και θέλει ψάξιμο. Αυτό είναι και το μήνυμα που θέλει να περάσει: Να μην ακούμε με παρωπίδες, να είμαστε ανοιχτοί στο διαφορετικό και πάντα να έχουμε στο μυαλό μας ότι καμιά μουσική δεν είναι ανώτερη από άλλη, μιλώντας για τις μουσικές του κόσμου. Μπορεί κάποιες να είναι πιο παλιές αλλά ο πολιτισμός κάθε έθνους πρέπει να είναι σεβαστός. 

Τελικά είμαστε ό,τι ακούμε;

Αν ακούσεις ωραία τραγούδια, ο μουσικός εγκέφαλος αναπτύσσεται τελείως διαφορετικά από ό,τι στο άκουσμα εμπορικών κομματιών σκυλοποπ- σκυλοφολκ – ποπλαϊκό, που καταστρέφουν την παραδοσιακή μουσική. Με αυτά ο άνθρωπος δεν αναπτύσσεσαι μουσικά. Αλλά βέβαια, ως Λαμπρινή Γιώτη, θα πω πως δημοκρατία έχουμε και γούστα είναι αυτά. Καθένας είναι ελεύθερος να ακούσει ό,τι θέλει. Αλλά μην ξεχνάμε και την ποιότητα. 

Λαμπρινή Γιώτη

Πρόσφατα συνεργαστήκατε στην ίδια σκηνή με την Myrkur. Είχατε και άλλες τέτοιες δυνατές συνεργασίες; Σε ποια φεστιβάλ έχετε βρεθεί;

Live σε συνεργασία με την Ιρλανδική πρεσβεία, εμφάνιση στο κέλτικο φεστιβάλ που είμαστε και συνδιοργανωτές, στο φεστιβάλ FantastiCon και τώρα το Σάββατο με την χορωδία Curfa, δηλαδή ρεφρέν, στην ροκ σκηνή του Gagarin. Το θέμα είναι το Yutelide, η εποχή των Χριστουγέννων ή του μεσοχειμώνα, και η προσέγγιση είναι folk περισσότερο. Το live θα είναι ακουστικό και όχι ηλεκτρονικό και η σκηνή θα φιλοξενήσει παλιά όργανα, όπως  νικελχάρπα, σουηδικό μεσαιωνικό, viola da gamba, cello, κοντραμπάσο αλλά και νεότερα, δηλαδή πιάνο, πορτογαλική μαντόλα, τρίχορδο μπουζούκι κουρδισμένο αλλιώς, αμερικανικό και ιρλανδικό μαντολίνο ακόμα και bodhran. Μέσα από αυτά και το φωτογραφικό σκηνικό ο θεατής μεταφέρεται άμεσα στα βόρεια, στα νησιά Φερόε, στο isle of man, στην Ιρλανδία, στη Σουηδία. Είναι μοναδικό. Αξίζει να προμηθευτεί το κοινό εισιτήρια. Είναι ένα project που θέλει τρέξιμο, mail, stage plans, χρονοδιαγράμματα, σκηνοθεσία, χρήματα και δεν μπορεί να συμβαίνει παρά μετρημένες φορές. 

Εκτός από ραδιόφωνο και σεμινάρια φωνητικής πάνω σε ethnic παραδοσιακό τραγούδι, τρέχετε και μια μπάντα από το 2011. Τι θα λέγατε στο κόσμο που ακούει για πρώτη φορά το όνομα Solastas;

Ότι δεν είχαμε όνομα μέχρι το 2016. (γέλια εδώ). Είμαστε μια μπάντα που στην αρχή ξεκινήσαμε μαζί με τον Γ. Τσιμπουξή και το 2013 ήρθε και ο Αντώνης Πανταζής στο μαντολίνο. Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας. Από το 2015 πραγματοποιούμε live εμφανίσεις. Προσθέσαμε και στην αρχή δύο 2 κοντραμπάσα, τον Α. Τζίκα και τον Θ. Γκουέλη, που αργότερα αποχώρησαν λόγω υποχρεώσεων. Το ’17 ήρθε ο Γιάννης Καραμανιόλας στο κοντραμπάσο, προσθέσαμε και σαμανικό τύμπανο, αντούφε πορτογαλικό, νικελχάρπα, που είναι κάτι ανάμεσα σε βιολί βιόλα και λύρα. 

Διαβάστε επίσης  Ιρλανδία: Η χώρα με την πλούσια φύση και τους μύθους

Οι Solastas έχουν logo ένα δέντρο με ξερά μάλλον φύλλα, αν καθοδηγηθούμε από το χρώμα, μέσα σε έναν κύκλο να ταλαιπωρείται από τον αέρα. Τι σημαίνει αυτό; Πως το σκεφτήκατε και τι πρεσβεύει;

Sol σημαίνει ήλιος, Sul στα σκανδιναβικά. Στα γαέλικα Sol(a)sta είναι ο πεφωτισμένος, ο φωτισμένος από γνώση και εμείς προσθέσαμε έναν τόνο και ένα γράμμα παραπάνω χάριν copyrights. Το logo, λοιπόν, είναι το κέλτικο σύμβολο Yggdrasil, το δένδρο της γνώσης που, όχι απλώς είναι φωτισμένο, αλλά φλέγεται από γνώση. 

Λαμπρινή Γιώτη

Σε ένα υποθετικό φεστιβάλ με ποιους καλλιτέχνες ή συγκροτήματα θα θέλατε να συνεργαστείτε και ποιες προσωπικότητες θα καλούσατε στα VIP?

Αν παρακάμψουμε το θέμα των εξόδων, φαντάζομαι ένα φεστιβάλ τύπου Womad στην Αθήνα με έναν ατέλειωτο κατάλογο καλλιτεχνών σε έναν χώρο όπως το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, το Μέγαρο Μουσικής ή η Στέγη και θα κρατούσε τουλάχιστον τέσσερις μέρες. Σίγουρα θα καλούσα τους decadence, mamak khadem, loten namling, liam o’maonlai και θα άνοιγαν τη συναυλία η μπάντα μας οι Solastas, η χορωδία Curfa, οι Iernis και οι Encardia. 

Ραδιόφωνο, μπάντα ή διδασκαλία: Τι σας γεμίζει περισσότερο;

Ανάποδα… με σειρά προτεραιότητας. Ξεκινάω από τη διδασκαλία γιατί δεν γίνεται χωρίς αυτή, ακόμα και η μπάντα είναι μέσο διδασκαλίας. Κάνω σεμινάρια από το 2010 με ένα διάλειμμα κάπου στο 2014. Το 2017 ξανάρχισα, μιας και το ενδιαφέρον ήταν αυξημένο, εμπλουτίζοντας τα με σκωτσέζικα και σκανδιναβικά, όχι μόνο ιρλανδικά τραγούδια. Μέσα από τα σεμινάρια του 17 συστάθηκε η χορωδία Curfa. Φυσικά, γίνεται ακρόαση ελέγχοντας αν πατούν στις νότες και αν έχουν εκπαιδευμένο μουσικό αυτί, δεν μπαίνει όποιος θέλει. Επιπλέον, να τονιστεί πως πολλοί λίγοι στα σεμινάρια και στη χορωδία είναι επαγγελματίες του χώρου και αυτό είναι η μεγάλη πρόκληση της διδασκαλίας.

Λαμπρινή Γιώτη

Τι συμβουλή θα δίνατε στα νέα παιδιά και στους νέους μουσικούς;

Να προσπαθήσουν να παίρνουν ερεθίσματα με ποιότητα και όχι θόρυβο. Να ακούνε τους δασκάλους τους και να έχουν αυτογνωσία. Κανείς δεν είναι τέλειος, δεν υπάρχει τέλειο. Κανείς δεν πρέπει να επιδεικνύει αλαζονική συμπεριφορά. Ούτε καν οι δάσκαλοι, οι οποίοι στον αντίποδα οφείλουν να έχουν υπομονή. Οι νέοι, ακόμα, οφείλουν να ασχολούνται με τη μουσική της χώρας μας αστική, παραδοσιακή, ρετρό αλλά και με άλλες μουσικές και είδη. Το κοινό θα πρέπει να χει καλλιέργεια πνεύματος, τρόπους και ευγένεια, υπακούοντας σε κανόνες συμπεριφοράς. Δεν μιλάμε όταν τραγουδάει ο άλλος, κλείνουμε το κινητό μας, όλα αυτά είναι ένδειξη σεβασμού και παιδείας. Και να θυμούνται πως δεν έχουμε μόνο ανθυγιεινή μουσική του τσιγάρου, του ποτού και του κλαμπ. Έχουμε πληθώρα.  Υπάρχει διαφορετικό στυλ παραδοσιακής μουσικής ανά περιοχή που έξω δεν το βρίσκεις εύκολα αυτό, έχουμε τα ρετρό της παλιάς Αθήνας, το ρεμπέτικο,το σμυρναίικο. Υπάρχει το παλιό λαϊκό, ο Ζαμπέτας, ο Θεοδωράκης, ο Χατζηδάκης, ο Ξαρχάκος. Συμβαίνει το παράδοξο, άνθρωποι όπως ο Σπανός, ο Πλέσσας. ο Κραουνάκης να χάνονται στο χάος, από το οποίο αναδεικνύεται το αισθητικά χυδαίο και αυτό που επιφέρει χρήμα. Δεν είμαστε μόνο αυτό.

To Σάββατο 15/12 η Λαμπρινή Γιώτη θα βρίσκεται στο Yuletide Sympraxis Vol ii at Gagarin 205!

Περισσότερες πληροφορίες για τη Λαμπρινή Γιώτη μπορείτε να βρείτε στο:

facebook: Labri Giotto-Λαμπρινή Γιώτη

 

Ονομάζομαι Ζαννίνα και είμαι φοιτήτρια φαρμακευτικής, ραδιοφωνική παραγωγός, αθλήτρια, ταξιδιάρα ψυχή, αρθρογράφος και... πολυμίξερ. Το motto μου είναι "Manners maketh man" και ατού μου η φαντασία και η αγάπη στο ξεχωριστό. Λατρεύω τα χρώματα του Eduardo Cobra, την μαγεία της Mary Poppins και την αγνότητα του Winnie the Pooh

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

70s boho chic: Το trend που κάνει δυνατό comeback.

Το boho chic των 70s, εμπνευσμένο από την ανεπιτήδευτη αισθητική

Απόγνωση, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: Μια χειριστική πρόζα

Το αριστούργημα του Ναμπόκοφ, Απόγνωση, συντίθεται με μια συγκλονιστική πρόζα