

Η κοινωνική φοβία (ή κοινωνικό άγχος) αφορά στον υπέρμετρο φόβο για συνάθροιση. Πώς μοιάζει αυτός ο φόβος; Ο άνθρωπος με κοινωνικό άγχος φοβάται την επαφή με άλλους ανθρώπους. Παραλύει στις σκέψεις για αρνητική κριτική και συνδέει την έκθεση του με την ταπείνωση. Αυτό το άγχος δεν υποχωρεί με αποτέλεσμα μια περιορισμένη κοινωνική ζωή. Αυτή η αδυναμία έχει ως αντίκτυπο δυσκολίες σε καθημερινές δραστηριότητες, στις διαπροσωπικές σχέσεις, ακόμη και στην επαγγελματική ανάπτυξη.
Κοινωνικό άγχος vs κοινωνικής συστολής
Όλοι οι άνθρωποι κάποιες στιγμές στη ζωή τους βιώνουν νευρικότητα και πρόσκαιρη δυσαρέσκεια στη διαχείριση μιας νέας συνθήκης. Κάποιοι εκφράζουν ευκολότερα τις θέσεις και τα συναισθήματα τους σε άλλους (εξωστρεφείς), ενώ κάποιοι άλλοι λιγότερο (εσωστρεφείς). Όταν υποχωρεί η αρχική αμηχανία ή νευρικότητα τότε κάνουμε λόγο για κοινωνική συστολή. Στην κοινωνική συστολή ο άνθρωπος ενώ βιώνει δυσκολία στην έκφραση, μετέπειτα ανταποκρίνεται επαρκώς στις απαιτήσεις της περίστασης. Αντίθετα, στην περίπτωση του κοινωνικού άγχους, το άτομο πανικοβάλεται, δυσφορεί και αναζητεί τρόπους απομάκρυνσης. Στη περίπτωση όπου αδυνατεί να εγκαταλείψει την κοινωνική περίσταση, κάνει οτιδήποτε για να περνάει απαρατήρητο. Αποφεύγει κάθε ευκαιρία για συσχέτιση και σκέφτεται ότι είναι ανεπιθύμητο.
Ο φόβος της ταπείνωσης
Η ζωή ενός ατόμου με κοινωνική φοβία περιλαμβάνει έντονο και μόνιμο άγχος. Τα πιο απλά πράγματα μετατρέπονται σε εξαντλητική διαδικασία προς αποφυγή του φόβου της ταπείνωσης. Σχεδιάζει στο μυαλό του τρόπους αποφυγής και ανησυχεί υπερβολικά για το τι θα πουν οι άλλοι για εκείνο. Συχνά, αναγνωρίζει πως ο φόβος του είναι παράλογος, όμως, αδυνατεί να διαχειριστεί τα συναισθήματα του. Υπεραναλύει και προδικάζει το αποτέλεσμα της επικείμενης συνάντησης ως αρνητικό. Πρακτικά, προκαταβάλει το αποτέλεσμα και αφότου ολοκληρωθεί η συνάντηση, εστιάζει μόνο σε όσα δεν λειτούργησαν.
Παράλληλα, βιώνει εξίσου έντονα διάφορα σωματικά συμπτώματα. Η ταχυπαλμία, η εφίδρωση, ο πόνος στο στομάχι και το τρέμουλο είναι κάποια από αυτά. Τα συμπτώματα επιβαρύνουν τη κατάσταση. Το άτομο βιώνει ενοχές για αυτά και φοβάται μήπως γίνουν αντιληπτά από τους υπόλοιπους και ως εκ τούτου κατακριθεί. Αν υπάρξει κάποια αναφορά στη νευρικότητα του ή κάποιο σύμπτωμα, τότε πυροδοτείται ακόμη περισσότερο ο φόβος της ταπείνωσης.
Οι δυσλειτουργικές σκέψεις
Η ζωή μας αποκτά ουσιαστικό νόημα όταν βιώνουμε πλήρως τις στιγμές μας στο παρόν. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν διάφορες σκέψεις που μας απομακρύνουν από το παρόν και προκαλούν ή διαιωνίζουν το άγχος. Συνήθως τις κάνουμε σε στιγμές ευαλωτότητας, ενώ οι άνθρωποι που πάσχουν από κοινωνική φοβία τις κάνουν συνεχώς. Κάποιες από αυτές είναι:
- Καταστροφολογία. Το άτομο υποθέτει ότι θα επέλθει καταστροφή, εάν κάποιος καταλάβει τη δυσφορία ή τη νευρικότητα του. Σκέφτεται πως ίσως φανεί βαρετό ή ανεπαρκή εάν κληθεί να μιλήσει. (π.χ: «Δε γνωρίζω την απάντηση, τώρα δεν θα μου μιλήσουν ξανά!»)
- Βεβαιότητα για τις σκέψεις των άλλων. Το άτομο θεωρεί δεδομένο πως γνωρίζει πως σκέφτονται οι άλλοι. Είναι απόλυτα σίγουρο πως θα κριθεί αρνητικά. Στην πραγματικότητα το ίδιο κρίνει με αυστηρότητα. (π.χ «Τους φαίνομαι περίεργος!»)
- Όλα προσωπικά. Εάν υπάρχουν γκριμάτσες, ψίθυροι, πηγαδάκια με γέλια, το άτομο θεωρεί ότι συμβαίνουν σε βάρος του. Θεωρεί ότι όλοι έχουν εστιάσει την προσοχή τους πάνω του. (π.χ: «Ντρέπομαι και κοκκινίζω. Σίγουρα σχολιάζουν τα κόκκινα μάγουλα μου!»)
- Αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Σκέφτεται τη χειρότερη έκβαση στην περίσταση προκαταβολικά. Επαναλαμβάνει το χειρότερο αποτέλεσμα και εν τέλει το βιώνει. (π.χ: «Κάνω σαρδάμ. Σίγουρα με θεωρούν χαζό…»)
Ο τρόπος που βλέπουμε τους άλλους και τον εαυτό μας είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την κοινωνική ανάπτυξη. Η μακροπρόθεσμη μεταβολή των πεποιθήσεων μας προϋποθέτει την υποστήριξη απο ειδικό. Με τη φροντίδα της ψυχικής υγείας αναδύεται η δημιουργία νέων εμπειριών. Το άτομο μαθαίνει την έκθεση στον κόσμο μέσα απο ένα πλαίσιο ηρεμίας. Αξιοποιώντας τη διαχείριση του άγχους και αναπτύσσοντας κοινωνικές δεξιότητες δημιουργείται αυτοπεποίθηση. Σταδιακά, το άτομο μπορεί να συμμετέχει και να απολαμβάνει τη συντροφιά άλλων ανθρώπων. Κυρίως, όμως, μαθαίνει να μετατρέπει τις δυσλειτουργικές σκέψεις σε λειτουργικές βιώνοντας τη χαρά της καθημερινότητας.