Τον Οκτώβρη του 1889, οι επιχειρηματίες Joseph Oller και Charles Zidler ανακαίνισαν το ετοιμόρροπο Queen Dance Hall στην περιοχή Quartier Pigalle του Παρισιού, ανοίγοντας το διάσημο Μoulin Rouge. Λόγω της τοποθεσίας του, στους πρόποδες της Μontmartre, ο λόφος είχε 30 μύλους σιτηρών. Για αυτό το λόγο στο μπροστινό μέρος του μαγαζιού προστέθηκε ένας μεγαλοπρεπής κόκκινος μύλος. Τοποθετώντας τον στο καμπαρέ, ήταν σίγουρα μια άτυπη επιλογή, αλλά ο στόχος τους ήταν να εναρμονίσουν το μαγαζί με την γύρω περιοχή.
Προπάντων το Μoulin Rouge ξεχώρισε για την ιδιαίτερη και υπερβολική για τα δεδομένα της εποχής διακόσμηση και την υπερφωτισμένη πρόσοψη, γεμάτη από λαμπερά ηλεκτρικά φωτάκια, τα οποία υπήρξαν πρωτοποριακά για την συγκεκριμένη εποχή.
Ο κήπος του καμπαρέ και το υπαίθριο café ήταν γνωστά ως o ελέφαντας του κήπου του Παρισιού. Αυτό γιατί οι ιδρυτές αγόρασαν ένα γιγάντιο άγαλμα ελέφαντα στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1889 και το τοποθέτησαν στον κήπο, δίπλα από τη σκηνή. Εγκατέστησαν επίσης μια σπειροειδή σκάλα που οδηγούσε στην κοιλιά του ελέφαντα, όπου εκεί λάμβαναν χώρα ερωτικοί χοροί.
Ο πιο διάσημος χορός στις παραστάσεις του Moulin Rouge ήταν το Can-Can, ένας χορός που περιελάμβανε μια «άσεμνη» για την εποχή, απεικόνιση των γυναικών που σηκώναν τα πόδια και τις φούστες τους προκαλώντας αντιδράσεις απ’ τους πιο συντηρητικούς.
Ένας από τους πιο αξιοσημείωτους θαμώνες του καμπαρέ ήταν ο καλλιτέχνης Henri de Toulouse-Lautrec, ο οποίος ζωγράφισε μια σειρά από διάσημες σκηνές του Moulin Rouge και ιδιαίτερα της Jane Avril, μιας χορεύτριας του καμπαρέ το 1890.
To Μοulin Rouge κάηκε το 1915 αλλά ξαναχτίστηκε και άνοιξε εκ νέου το 1921. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής του Παρισιού το καμπαρέ ήταν μια από τις κορυφαίες ατραξιόν για τους Γερμανούς στρατιώτες.