3… Extremes: Η «ακραία» πλευρά του ασιατικού σινεμά

3… Extremes

Μετά από την παραπλήσια ανθολογία του 2002, «Three» (αποτελούμενη από τρεις μικρού μήκους ιστορίες μια από την Νότια Κορέα του Kim Jee-woon, μια από την Ταϊλάνδη του Nonzee Nimibutr και μια από το Χονγκ Κονγκ του Peter Chan), ένα ακόμη δυνατό τρίδυμο ασιατών σκηνοθετών (αυτή την φορά ο Fruit Chan από το Χονγκ Κονγκ, ο Park Chan-wook από την Κορέα και ο Takashi Miike από την Ιαπωνία), προσέθεσαν και την λέξη (αλλά και βαθύτερη έννοια) «Extremes» δίπλα στον τίτλο, υποσχόμενοι όλα εκείνα που θεωρητικά έλειπαν από την πρώτη εκδοχή. Το 2004, κυκλοφορεί το «3… Extremes», αφήνοντας άφωνους τους κριτικούς και αναδεικνύοντας τον ασιατικό κινηματογράφο, που συνεχίζει απτόητος έως και σήμερα να κατέχει μια υψηλή θέση στην λίστα με τους πιο παραγωγικούς λαούς στον χώρο του σινεμά αλλά σίγουρα και από τους πιο ποιοτικούς. Ο ιντριγκαδόρικος τίτλος αυτής της τολμηρής σπονδυλωτής δημιουργίας, αποτυπώνει επακριβώς αυτό που συμπεριλαμβάνει και σίγουρα δεν «αστειεύεται»…

Χονγκ Κονγκ: «Dumplings» by Fruit Chan (το ένα από τα 3… Extremes)

Advertisements
Ad 14

Μια κυρία της «καλής» κοινωνίας επιβάλλεται να δείχνει πάντοτε νεότερη από την πραγματική της ηλικία και ως γνωστών: «η ομορφιά θέλει πολλές θυσίες». Το πρόβλημα είναι ότι αυτή την φράση, κάποιος την πήρε αυτολεξεί και έθεσε ως απαράβατο κανόνα -όσον αφορά τα μυστικά ομορφιάς για κάθε άνθρωπο που σέβεται τον εαυτό του- να θυσιάζεται το νέο αίμα με σκοπό να επαναφέρει την νεότητα σε κάποιο γηραιότερο (παρ’ ότι συνήθως είθισται το αντίθετο). Η κυρία Λι, μια πρώην ηθοποιός, αδυνατώντας να ανταπεξέλθει στο γεγονός ότι ο χρόνος κυλάει και αυτό αντικατοπτρίζεται εμφανώς στο πρόσωπο και το σώμα της, καταφεύγει σε μια γυναίκα που ισχυρίζεται ότι έχει την λύση για το πρόβλημά της και συγκεκριμένα, το ελιξίριο για την νεότητα. Δηλώνοντας έμμεσα διατεθειμένη να κάνει τα πάντα για να κερδίσει πίσω το ερωτικό ενδιαφέρον του πλέον αδιάφορου, άπιστου άντρα της και την αίγλη της νιότης που εκείνος θαύμαζε πάνω της, σπεύδει ανυπόμονη στην πόρτα της θείας Mei, για να δοκιμάσει τα ξακουστά dumplings, που παρ’ ότι δεν κατέχουν την γεύση, περιλαμβάνουν θαυματουργές ιδιότητες που βοηθούν στην επαναφορά της νεότητας στο δέρμα. Αφότου αντιληφθεί ότι οι αλλαγές δεν φαίνονται στον καθρέπτη της αλλά ούτε και στα μάτια του συζύγου της, ο οποίος παραμένει αποστασιοποιημένος και ψυχρός απέναντί της, ζητάει από την θεία Mei, να αυξήσει την ποσότητα της ιαματικής τροφής. Κάτι οριακά ανέφικτο καθ’ ότι τα υλικά του πιάτου, τείνουν να είναι εξαιρετικά δυσεύρετα.

Όπως κάθε σωστός εστιάτορας χρειάζεται και έναν έμπιστο συνεργάτη για να του παρέχει ποιοτικά κρέατα, έτσι και η θεία Mei, φροντίζει να προμηθεύεται προϊόντα από το τοπικό νοσοκομείο και ειδικότερα, το τμήμα εκτρώσεων, ένα ακόμη από τα πολλά ταλέντα της που φαίνεται να ασκεί και μόνη της στον επαγγελματικό χώρο του διαμερίσματός της. Αυτή την φορά, τα θαυματουργά dumplings μοιάζει να κέρδισαν άξια την φήμη τους και να εκπλήρωσαν το όνειρο της πρωταγωνίστριας να γίνει ξανά ποθητή από τον σύζυγό της και να κερδίσει την αυτοπεποίθηση που της αφαίρεσε ο περασμένος χρόνος και το κρυφό συστατικό για την επιτυχία, είναι το ημιτελές σώμα του νεκρού εμβρύου της καθυστερημένης έκτρωσης που έκανε την προηγούμενη μέρα σε μια ανήλικη κοπέλα. Πεπεισμένη πλέον ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος, παρ’ ότι ανείπωτα σοκαριστικός, αποτρόπαιος και εξωπραγματικά φρικιαστικός, η Li δείχνει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από ποτέ στην θεία Mei και τα περιβόητα dumplings της και αφήνεται στην απόλαυση που θα προσέφερε ένα πολυτελές spa… μέχρι την στιγμή που θα ανιχνεύσει ορισμένα ασυνήθιστα συμπτώματα στο κορμί της αλλά και μια τρομακτική έκπληξη που δεν ήταν στα -έως τώρα- πλάνα της.

Διαβάστε επίσης  Capernaum: Ο ορισμός της γροθιάς στο στομάχι

Το «Dumplings» κυκλοφόρησε το ίδιο έτος από τον σκηνοθέτη του και ως μεγάλου μήκους, χωρίς όμως να καταφέρει να κερδίσει την ανάλογη επιτυχία με την μικρού μήκους εκδοχή. Ίσως να αποτελεί την σιχαμερότερη και πιθανώς και την τολμηρότερη από όλες τις ιστορίες της ανθολογίας εξαιτίας του σοκαριστικού περιεχομένου της, είναι όμως και η αντικειμενικά πιο «αδύναμη» σκηνοθετικά. Μπορεί να καταφέρνει να εισάγει τον θεατή επιτυχώς στο τι πρόκειται να παρακολουθήσει τα υπόλοιπα λεπτά της ταινίας αλλά προκαλεί και ένα σημαντικά αρνητικό συναίσθημα, κάνοντας το κοινό να θεωρήσει ότι είδε αρκετά από αυτή την παράνοια και ενδεχομένως δεν επιθυμεί να συνεχίσει την παρακολούθηση των άλλων δύο ιστοριών, νομίζοντας ότι κυμαίνονται και εκείνες στα δεδομένα της πρώτης. Κάτι που οι άλλοι δύο σκηνοθέτες, έρχονται δυναμικά για να διαψεύσουν…

Extremes
Πηγή εικόνας: midnight-cinema.com

Κορέα: «Cut» by Park Chan-wook (το δεύτερο από τα 3… Extremes)

Μετά το τέλος της πρώτης ιστορίας, εμφανίζεται στην οθόνη το όνομα του αριστουργηματικού σκηνοθέτη της τριλογίας της εκδίκησης, Park Chan-wook, αυξάνοντας απότομα τις προσδοκίες κοινού. Είναι εμφανές ότι από εδώ και ύστερα η ένταση δυναμώνει και ο τρόμος μεταφέρεται σε άλλο «γήπεδο», πιο ψυχολογικά τρομακτικό και στην προκειμένη περίπτωση, σε ένα δικαστήριο στημένο ανάμεσα στον παράδεισο και την κόλαση. Ένας επιτυχημένος σκηνοθέτης, σύζυγος και κάτοχος μιας αξιοπρεπώς μεγάλης περιουσίας, ένα ανυποψίαστο βράδυ βρίσκεται αιχμάλωτος στο σπίτι του μαζί με την γυναίκα του, υπό την ομηρία ενός κομπάρσου που είχε συμμετάσχει στο παρελθόν σε ποικίλες ταινίες του, που δεν μπορεί να αποδεχτεί ότι κάποιος έχει κερδίσει όλα αυτά τα αγαθά και ταυτόχρονα να παραμένει αψεγάδιαστος αλλά και τόσο «καλός». Ισχυρίζεται ότι του έχει φερθεί εντυπωσιακά καλά εν συγκρίσει με τους υπολοίπους του κλάδου του ενώ παράλληλα ζει ήσυχα στο πλούσιο σπίτι του με την σύζυγό του, πληρώντας όλα αυτά που επιτρέπει μια ζωή να είναι «τέλεια», χωρίς έγνοιες και προβλήματα. Κάτι πρακτικά αφύσικο κατά τα λεγόμενά του αλλά και μιας κοινωνίας που επιτάσσει να πατήσει κανείς επί πτωμάτων ώστε να τα πετύχει όλα αυτά.

Οι προϋποθέσεις για την εκπλήρωση του βασανιστικού τεστ, είναι να αποδείξει το αντίθετο και να απελευθερώσει την μοχθηρή του φύση, αποκαλύπτωντας όλα τα αίσχη κατά την διάρκεια της επαγγελματικής και της προσωπικής του ζωής στα οποία έχει ή σκοπεύει να προβεί, μέσα σε ένα περιορισμένο χρονικά πλαίσιο. Τα πειραματόζωα του απάνθρωπου αυτού πειράματος, είναι το μικρό όμηρο κοριτσάκι το οποίο ο σκηνοθέτης πρέπει να δολοφονήσει κατά την διάρκεια της «εξιλέωσής» του, η γυναίκα του η οποία βασανίζεται οικτρά απειλούμενη ότι θα της κοπούν τα δάχτυλα ένα προς ένα εάν ο άντρας της δεν μπορέσει τελικά να αποδείξει την μοχθηρία του αλλά και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο οποίος έχει άτυπα μεταβεί σε ένα απροσδόκητο roller coaster συναισθηματικού πόνου. Όσο εκείνος αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις διαδικασίες που πρέπει, ο χρόνος και τα δάχτυλα της συζύγου του, λιγοστεύουν αισθητά. Το αρρωστημένο παιχνίδι του κομπάρσου, με το πέρασμα του χρόνου αρχίζει να αποκτάει ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον, με τους ρόλους να αντιστρέφονται διαρκώς και ασταμάτητα. Μοιάζει περισσότερο σαν ένα εξομολογητήριο άφεσης αμαρτιών, βγαίνοντας αρκετά μυστικά στην φόρα και συνεπώς απομακρύνοντας το ζευγάρι από το να διατηρήσουν την στοργικότητά τους ο ένας για τον άλλον και την θέλησή τους να βγουν αμφότεροι ζωντανοί από αυτόν τον σουρεαλιστικό εφιάλτη.

Διαβάστε επίσης  Το τέρας του Λοχ Νες στη μεγάλη οθόνη

Κυριαρχεί μια συνεχής αίσθηση ότι οι χαρακτήρες μονίμως μπλοφάρουν, αλλά την ίδια στιγμή κρατούν σε απόσταση τον θεατή που παρακολουθεί με δέος τις εξελίξεις. Πρόκειται για ένα θέατρο του παραλόγου, τοποθετημένο σε ένα χάρτινο κουκλόσπιτο, ένα κινηματογραφικό σετ κατά την διάρκεια ενός γυρίσματος ή μια αποπνικτική θεατρική σκηνή, χωρίς κοινό. Κόντρα στην φύση της ταινίας, το κομμάτι του Park Chan-wook, αρνείται πεισματικά να συμβιβαστεί και να μείνει σε ένα είδος. Εστιάζοντας στον τρόμο, καταφεύγει και στα μονοπάτια ενός πρωτότυπου courtroom drama με εξτρεμιστικά ελκυστική αισθητική, μιας ομορφιάς που κάποτε έλαμπε, αλλά πλέον έχει βυθιστεί στα «δήθεν» και το ψέμα. Το αμφίβολο είναι, εάν ενδιαφέρεται πλέον κανείς για τον άτυχο σκηνοθέτη που υπομένει υπομονετικά τα αλύπητα χτυπήματα του ανισόρροπου βασανιστή αλλά και για το ποιον στα αλήθεια νοιώθει λύπηση ανάμεσα στους πρωταγωνιστές. Είναι μια μεταφορικά (ίσως κάποιες φορές και κυριολεκτικά) κανιβαλιστική ταινία, όπου ο ένας καταβροχθίζει ψυχικά τον άλλον και κατ’ επέκταση και τα σωθηκά του κοινού, που «καίγεται» να φανερωθεί η αλήθεια. Σε αντίθεση με το πρώτο από τα 3… Extremes, αυτό διαθέτει άπλετο χώρο για θεωρίες και συζητήσεις, από ταξικές έως και διαπροσωπικές. Απαιτεί σίγουρα μεγαλύτερη συγκέντρωση και έμφαση στους διαλόγους, την οποία φαίνεται να έχει δώσει και ο σεναριογράφος της.

Extremes
Πηγή εικόνας: taringa.net

Ιαπωνία: «Box» by Takashi Miike (το τρίτο από τα 3… Extremes)

Ύστερα από ένα συναρπαστικό gore διάλειμμα, η ταινία επιστρέφει και εκτοξεύει τα στάνταρ στα ύψη, με ένα ατμοσφαιρικό, φαντασμαγορικό art film, από τον αρχηγό του «αρρωστημένου» σινεμά τρόμου, Takashi Miike. Οι δημιουργοί της ανθολογίας, κατάφεραν να φέρουν εις πέρας με τεράστια επιτυχία, την δημιουργία μιας ταινίας με τρεις ιστορίες με αυξάνοντα βαθμό ποιότητας, επιλέγοντας ολόσωστα την σειρά με την οποία θα έκαναν την εμφάνιση τους οι τρεις σκηνοθέτες του ασιατικού σινεμά. Ενώ αρχικά πειραματίστηκε έκαστος στο είδος του και τοποθέτησε καθένας τους από ένα λιθαράκι στην παραγωγή, ο Takashi Miike, έρχεται να μας δείξει πως πραγματικά γίνεται μια ταινία, εντυπωσιάζοντας τους πάντες με την εμπειρία και την τεχνική του. Σαν να κάθεται σε μια μεριά και να παρακολουθεί την ολοκλήρωση των τριών σπονδυλωτών ιστοριών, λέγοντας από μέσα του: «That’s how it’s done!».

Διαβάστε επίσης  Two Evil Eyes: Μια ανθολογία τρόμου από δύο μετρ του είδους

Μια νεαρή, καταθλιπτική συγγραφέας, η Kyoko, μας μεταφέρει μέσω της σκέψης της, των ονείρων και των αναμνήσεών της, στα άδυτα του τραυματικού παρελθόντος της. Μέσα από μια ιδιόρρυθμη σκηνοθεσία, σύντομων και ασύνδετων αλληγορικών πλάνων, προσπαθούμε να ξεδιαλύνουμε τα γεγονότα που την στιγμάτησαν και να ενώσουμε το παζλ των παιδικών της χρόνων, ώστε να οδηγηθούμε στο μυστικό που τόσο μοιάζει να την βασανίζει. Η ιστορία, ξεκινάει με την ίδια τοποθετημένη σε μια ανορθόδοξη στάση στο φέρετρο, σαν κάποιος να την έχει διπλώσει μέσα σε ένα κουτί το οποίο δεν την χωράει, ενώ ένας άντρας την θάβει ζωντανή. Ακολουθεί μια σειρά από ακαθόριστα πλάνα που αναπηδούν διαρκώς από το παρελθόν (που δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί εάν είναι φανταστικό ή αληθινό) και το παρόν, λαμβάνοντας όλα χώρα σε ένα χιονισμένο, ψυχρό ιαπωνέζικο τοπίο, βγαλμένο κατευθείαν από παραμύθι. Παράλληλα, διαδραματίζεται και μια άλλη ιστορία, κατά την οποία, ένας ταχυδαχτυλουργός τσίρκου και πατέρας δύο δίδυμων κοριτσιών, βρίσκεται σε περιοδία με τις ανήλικες κόρες του, οι οποίες παίρνουν κι αυτές μέρος στις παραστάσεις. Η μια εκ των δύο, ανακαλύπτει ότι ο πατέρας και μέντοράς τους, έχει μια έκδηλη αδυναμία στην δεύτερη κόρη του, ενώ ταυτόχρονα κακοποιεί σεξουαλικά και τις δύο. Ύστερα από μια υπερβολική εκδήλωση ζήλειας από το παραγκωνισμένο κορίτσι, ένα τραγικό συμβάν ανάμεσά τους, πρόκειται να αλλάξει την ζωή και των τριών τους για πάντα.

Επιδιώκοντας να συνδέσουμε τα σημάδια, τα σύμβολα αλλά και τις ζωές του κοριτσιού και της ενήλικης Kyoko, ερχόμαστε σταδιακά στην σοκαριστική συνειδητοποίηση της αποκάλυψης του σκοτεινού της παρελθόντος. Ο βιρτουόζος σκηνοθέτης επιτυγχάνει να προκαλέσει πρωτοφανή τρόμο -μοιάζοντας να έχει την απόλυτη σκηνοθετική ελευθερία- αλλά την ίδια στιγμή και μια μοντέρνα τραγωδία, με φόντο έναν αμφίβολο εφιάλτη, από τον οποίο δεν είσαι σίγουρος εάν επιθυμείς ή όχι να ξυπνήσεις. Το συνεχές μυστήριο που περιβάλλει τις ατελείς σκηνές, εξιτάρουν το φιλότεχνο κοινό, το οποίο δεν θα μπορούσε παρά να εκθειάσει το προκείμενο κινούμενο έργο τέχνης. Εάν η δεύτερη ιστορία χρειαζόταν περιθώριο για ανάλυση, η τρίτη καταφέρνει να συμπληρώσει και το τελευταίο κομμάτι του τριμελούς εγχειρήματος (3/3… Extremes) ενώ προκαλεί περισσότερα αναπάντητα ερωτήματα από ποτέ. Η arthouse φύση του, επιβεβαιώνει πανηγυρικά ότι ο σκηνοθέτης ακόμη και στις πιο ελεύθερες και κατ’ επέκταση ευάλωτες στιγμές του, είναι απόλυτα μεθοδικός και γνωρίζει αρκετά καλά τι κάνει. Οι συζητήσεις και οι ερμηνείες του τελευταίου μέρους, είναι στο χέρι των θεατών και ο καθένας μπορεί να δώσει την δική του άποψη, ξεφεύγοντας από το «κουτί» με τις στερεοτυπικές κινηματογραφικές θεωρίες.

Extremes
Πηγή εικόνας: imdb.com

Η Μαρία Δήμου έχει σπουδάσει Σκηνοθεσία Κινηματογράφου και Τηλεόρασης και ασχολείται με τη σκηνοθεσία και την αρθρογραφία. Είναι μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων για την Ανεξαρτησία και τη Διαφάνεια των ΜΜΕ.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

CES 2024- Όσα είδαμε στην έκθεση στο Las Vegas και μας εντυπωσίασαν

Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος πραγματοποιήθηκε στο Λας Βέγκας
Ρωμέικη διάλεκτος

Ρωμέικη διάλεκτος : Ένα Αρχαίο Κεφάλαιο στη Γλωσσική Κληρονομιά

Ρίζες και ιστορία της Ρωμέικης διαλέκτουΗ Ρωμέικη διάλεκτος (Romeyka) είναι