

Την συναισθηματική υπερφαγία σαν επιστημονικό όρο (ή αλλιώς βουλιμία, λαιμαργία) κάπου την έχουμε ακούσει. Ωστόσο πολύ περισσότερο την έχουμε σχεδόν όλοι βιώσει κάποια στιγμή, σε κάποια φάση της ζωής μας. Αναμφισβήτητα αυτή η φάση αποτελεί για εμάς μελανό σημείο και δεν συγκαταλέγεται, το μόνο σίγουρο, στις αναμνήσεις που θέλουμε να αναπολούμε. Να διευκρινίσουμε ότι αποτελεί ένα είδος διατροφικής διαταραχής. Η συναισθηματική υπερφαγία προκύπτει από την συναισθηματική πείνα που ορίζεται ως ψυχική πείνα. Κοινώς, τα συναισθήματα μας πεινάνε. Χρησιμοποιούμε δηλαδή την κατανάλωση τροφής όχι για να θρέψουμε τον οργανισμό μας αλλά τα συναισθήματα μας.
Τι την ξεχωρίζει από την σωματική πείνα; Η σωματική πείνα εκδηλώνεται με σημάδια και μέσω αυτών μας δηλώνει την ανάγκη πρόσληψης τροφής εμφανέστατα. Για παράδειγμα, στομαχικές ενοχλήσεις. Το στομάχι μας γουργουρίζει, παρατηρείται χαμηλή ενέργεια και ασθενής κινητικότητα. Τροφή που χρησιμοποιείται ως καύσιμο απαραίτητο, βιολογικά, για την εύρυθμη, εύρωστη λειτουργία του οργανισμού. Περιλαμβάνει το μέτρο και την πειθαρχία προσφέροντάς μας σε πρώτο επίπεδο πραγματική (χωρίς ενοχή) απόλαυση και σε ένα δεύτερο, πιο καθοριστικό μακροπρόθεσμα επίπεδο, μια ισορροπημένη σχέση με το φαγητό μας.
Εν αντιθέσει, η συναισθηματική υπερφαγία και η πείνα που δεν τις ξέρουμε και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να τις αναγνωρίσουμε φέρουν ως αποτέλεσμα να ξεχνιόμαστε να ανταποκριθούμε στην ανάγκη τους. Ξεκινάει απότομα. Κρύβεται πίσω από την επιθυμία που γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική της κατανάλωσης φαγητού, την ίδια στιγμή που το στομάχι μας αρνείται κατηγορηματικά την εισροή τροφής. Δημιουργείται λαιμαργία και λαχτάρα για συγκεκριμένες γεύσεις. Νους και στόμα όχι μόνο γεύονται αλλά συνεχίζουν να ψάχνονται με γεύσεις την ίδια στιγμή που το στομάχι έχει ήδη εκπέμψει σήμα κορεσμού. Εμείς απλά συνεχίζουμε να το αγνοούμε συνειδητά.
Προτεραιότητα μας να εστιάσουμε στην ανάγκη κατανάλωσης φαγητού κατά προτίμηση γλυκού (ζάχαρη). Τις περισσότερες φορές εμμονικά. Αυτό δικαιολογείται εξαιτίας της ικανότητάς του να μας προσφέρει άμεση και συνάμα έντονη γεύση εκκρίνοντας ορμόνες στο σώμα μας , που προσπαθούν να μιμηθούν προσωρινά το συναίσθημα της ευφορίας, της ευδαιμονίας, της ικανοποίησης. Στιγμιαία επισημαίνω. Επιπροσθέτως, μέσα από την ψευδαίσθηση των σύντομων, κατά τα άλλα ευχάριστων συναισθημάτων που έχει δημιουργήσει η κατανάλωση του γλυκού, υιοθετεί το ρόλο του αντιπερισπασμού, για να μας αποσυντονίσει από το να ασχοληθούμε σε πραγματικό χρόνο με αυτό που νοιώθουμε. Σημειωτέων δε, ότι ο θύτης που φέρει την ευθύνη για όλο αυτό το διατροφικό παραλήρημα μπορεί να είναι το άγχος, μπορεί η στεναχώρια, μπορεί η μοναξιά, μπορεί ο φόβος, μπορεί ο θυμός, μπορεί η πλήξη ή και η απογοήτευση.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος από την φύση του περιλαμβάνει το κέντρο της σωματικής πείνας, το οποίο συνδέεται κατευθείαν με το στομάχι μας. Στομάχι και εγκέφαλος επικοινωνούν άρτια και έτσι μέσα από αυτήν την σύζευξη μας ειδοποιούν τόσο για την ανάγκη λήψης τροφής όσο για την αίσθηση κορεσμού, που οφείλεται στην γκρελίνη ή αλλιώς ορμόνη της πείνας. Η έκκριση της οποίας γίνεται μετά την χώνεψη του φαγητού στο στομάχι. Τι συμβαίνει όμως όταν αυτό το σύστημα εμείς οι ίδιοι το βραχυκυκλώνουμε και πως; Δυστυχώς έχουμε μυηθεί από μικρή ηλικία να ερμηνεύουμε τα συναισθήματα μας μέσα από την ψευδαίσθηση της ανάγκης για λήψη τροφής. Για παράδειγμα, ήρθαμε σε έντονη αντιπαράθεση με αγαπημένο μας πρόσωπο; Ας εκτονώσουμε την οργή και τον θυμό μας σε μια λαχταριστή σοκολατίνα. Σε συνδυασμό με την φωτογραφική μνήμη ή ειδητική μνήμη που διαθέτουμε κάποιοι από μικρή ηλικία, λειτουργεί αποτρεπτικά στο να ξεθωριάσουν πληροφορίες και εικόνες που έχουν εντυπωθεί μέσα μας κουβαλώντας αναμνήσεις από περιόδους της ζωής μας όπου θεωρούμασταν πρακτικά ανίκανοι να καταλάβουμε τον κόσμο γύρω μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα; Έχουμε συνδέσει όλες μας τις κοινωνικές εκδηλώσεις (είτε γάμους, είτε κηδείες, είτε θανάτους ) με το φαγητό.
Συν τοις άλλοις, μην ξεχνάμε το πιο απλό, πόσες επιβραβεύσεις ή τιμωρίες απέναντι σε παιδιά μικρής και μεγάλης ηλικίας και όχι μόνο, περιστρεφόνται γύρω από το φαγητό; Το λιθαράκι του σε όλο αυτό το συνειδητό παιχνίδι ψευδαισθήσεων έρχεται τέλος να προσθέσει και ο κόσμος που περιβάλλει τον καθένα μας, ο περίγυρος μας. Αυτός από την πλευρά του μας έχει ενοχοποιήσει οτιδήποτε γευστικά εμπεριέχει την απόλαυση, συντελώντας μοιραία στην ταύτιση της απόλαυσης με την ενοχή.
Αρκούν λοιπόν όλα αυτά για να δικαιολογήσουν το βάρος της αλληλεπίδρασης των αρνητικών συναισθημάτων που μας μπουκώνουν το στόμα με ανεξέλεγκτες ποσότητες φαγητού, με ψυχικό (χαμηλή αυτοεκτίμηση, ενοχή,ντροπή, απέχθεια απέναντι στον εαυτό μας) και σωματικό κόστος (αύξηση σωματικού βάρους, δημιουργία ορμονικών, στομαχικών διαταραχών). Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που επιβάλλουμε στον εαυτό μας, να κατακλύζεται από διατροφικές ακρότητες, υποβάλλοντας τον σε αυστηρά διατροφολόγια και εξαντλητικές στερητικές δίαιτες. Αυτομαστιγώνοντας τον!
Να διευκρινίσουμε σε αυτό το σημείο οτι τα θετικά συναισθήματα όπως η χαρά, η επιτυχία, ο ενθουσιασμός, διαφεύγουν και δεν υποδαυλίζονται στη δίνη της συναισθηματικής υπερφαγίας. Υπάρχει η ευχαρίστηση σαν συναίσθημα. Κυριαρχεί το αίσθημα της απόλαυσης. Οι συνθήκες επίσης, που λειτουργούν ως αφορμές και μας οδηγούν στην κατανάλωση τροφής, είτε πιο λιπαρής είτε πιο θερμιδογόνας είτε σε ανεξέλεγκτη ποσότητα, δεν γίνονται κατ’ επανάληψη πρώτον. Δεύτερον, δεν καταλήγουν στα συναισθήματα της ενοχής και των τύψεων. Υπάρχει ευχαρίστηση πραγματική.
Όσον αφορά την διατροφική παιδεία που αναμφίβολα δεν έχουμε! Χρήζει προσπάθειας να εκπαιδεύσουμε τους εαυτούς μας στο να τρώμε τα πάντα αλλά με μέτρο. «Παν μέτρον άριστον», όπως έλεγαν πολύ σοφά και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Τρώμε για να ζούμε, δεν ζούμε για να τρώμε. Όταν πεινάει κάποιο συναίσθημα οφείλουμε να το ταΐζουμε με αυτοκριτική, με εσωτερικό διάλογο και με παρατήρηση από απόσταση μέχρι να ξεφουσκώσει. Το σίγουρο είναι πάντως, πως όχι με την κατανάλωση τροφής. Το όποιο συναίσθημα που αναδύεται, μας καλεί για κάποιο λόγο. Αν κάτι επιβάλλεται να αγνοήσουμε αυτό θα πρέπει να είναι οι εσωτερικές φωνές που δικαιολογούν αυτού του είδους, τα συχνά κατά τα άλλα, διατροφικά ξεσπάσματα.
Μήπως ήρθε η ώρα να μάθουμε να εκφράζουμε τον φόβο μας, την θλίψη μας, την ανία μας, την μοναξιά μας με πράξεις που δεν στρέφουν στο τέλος το δάχτυλο σε εμάς τους ίδιους; Μήπως είναι μια καλή ευκαιρία να παραδεχτούμε ότι υστερούμε όλοι μας όσον αφορά την συναισθηματική αντίληψη; Να, που πρέπει να μιλάμε για την αφετηρία μιας διαδρομής που οδηγεί στην συναισθηματική ωριμότητα. Ας επιλέξουμε να ορίσουμε ως αντίπαλο στην κάθε αφορμή που θα προσπαθεί πάντα να ορθώσει ανάστημα παρασύροντας μας στη συναισθηματική υπερφαγία ένα στεντόρειο, ισχυρό κίνητρο που θα σφύζει από επιθυμία για ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης, με την ίδια ένταση και με την ίδια λαχτάρα που μας απασχολεί η βελτίωση της εικόνα μας.
Ας αφήσω για το τέλος το σπουδαιότερο ίσως μάθημα, στο οποίο παρόλο που εξεταζόμαστε καθημερινά διαφαίνεται αρκετοί από εμάς συχνά μένουμε μεταξεταστέοι. Κάνω λόγο για την αγάπη που οφείλουμε να προσφέρουμε στον εαυτό μας. Αξίζει να αναρωτηθούμε-αναλογιστούμε λοιπόν: Αγαπάμε τον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που περιμένουμε (πολλές φορές μάλιστα απαιτούμε) από τους άλλους να μας αγαπήσουν;