Έλλη Λαμπέτη: Η θλιμμένη ομορφιά του ελληνικού θεάτρου

Σαν σήμερα γεννήθηκε μία από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς, η Έλλη Λαμπέτη. Ήταν μια ύπαρξη απλή, αιθέρια, σαγηνευτική, με βαθύτατη πνευματική και καλλιτεχνική καλλιέργεια, ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε το θέατρο και την υποκριτική τέχνη. Ο Λυκούργος Καλλέργης στο βιβλίο του «Στο διάβα του πολυτάραχου 20ου αιώνα» αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η Έλλη ήταν –εκτός απ’ όλα τ’ άλλα– και το ωραιότερο, το σαγηνευτικότερο θηλυκό που υπήρχε σ’ όλο το θέατρο. Κι όμως, όσο απλή, φευγαλέα και ακαθόριστη ήταν στη ζωή, πάνω στη σκηνή έπαιρνε μια εντελώς άλλη διάσταση. Γινόταν ένα πλάσμα αγγελικό, ανάλαφρο, γοητευτικό και με μια ακτινοβολία που σε καθήλωνε. Μετουσιωνόταν στον κάθε ρόλο που ερμήνευε και μάγευε το κοινό με την παρουσία της».

«Ποτέ, από την εποχή της Γκάρμπο, ο φακός δεν ερωτεύτηκε τόσο μια πρωταγωνίστρια».

The New York Times

 Γέννηση και εφηβεία

Ήταν πρωί της 13ης Απριλίου του 1926, όταν στο σπίτι του Κώστα Λούκου και της Αναστασίας Σταμάτη, στα Βίλια της Αττικής, το πολύτεκνο αυτό ζευγάρι, που είχε ήδη 5 παιδιά, απέκτησε και τα δίδυμά του. Πρώτος γεννήθηκε ο Τάκης και μια ώρα αργότερα γεννήθηκε η Έλλη, ένα καχεκτικό και εύθραυστο πλασματάκι, το οποίο έμελλε να γίνει μια από τις κορυφαίες Ελληνίδες ηθοποιούς, αλλά και μια από τις πιο όμορφες γυναίκες της χώρας. Ο πατέρας της ήταν ιδιοκτήτης ταβέρνας στα Βίλια, όμως, καθώς,  η ταβέρνα άρχισε να μην πηγαίνει καθόλου καλά, η οικογένεια αποφάσισε να μετακομίσει στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της εργάστηκε ως ξυλέμπορος. Η απόφαση αυτή πάρθηκε, κατά κύριο λόγο, από την μητέρα της Έλλης Λαμπέτη, καθώς είχε βαθιά επιθυμία να μορφωθούν τα παιδιά της σε κάποιο σχολείο της πρωτεύουσας.
Το 1938, η έφηβη πια Έλλη, ξεκίνησε τις σπουδές της στο Γυμνάσιο, ενώ τρία χρόνια αργότερα, το 1941, έχασε τον δίδυμο αδερφό της από φυματίωση, ένα συμβάν που τη σόκαρε και τη σημάδεψε. Η σχέση της με τον αδερφό της, καθώς και με τα υπόλοιπα αδέρφια της χαρακτηριζόταν από βαθιά αγάπη, κατανόηση και σεβασμό. Η ίδια αναφερόταν πολύ συχνά σε αυτούς και την καλλιτεχνική κλίση που είχαν. Μιλούσε με θαυμασμό για την αδερφή της, Κούλα, που έγραφε στίχους, για την Ειρήνη που ασχολούνταν με τη ζωγραφική και, φυσικά, για τον Τάκη, που τόνιζε πως ήταν «γεννημένος ποιητής». Με τη σειρά της, λοιπόν, η Έλλη αγαπούσε από πολύ μικρή το θεάτρο και προσπάθησε μετά κόπων να εξελιχθεί και να αναδειχθεί σε μια εξαίρετη ηθοποιό και καλλιτέχνιδα –με την ουσιαστική σημασία της λέξης.

Advertisements
Ad 14

Αρχή επαγγελματικής σταδιοδρομίας

Η Έλλη Λαμπέτη αποφάσισε να δώσει εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1941, όπου και απορρίπτεται παμψηφεί από την αρμόδια επιτροπή που είχε συσταθεί για την αξιολόγηση των υποψηφίων. Το ίδιο συνέβη και στη δεύτερη προσπάθειά της στη σχολή της Μαρίας Κοτοπούλη, στην επιτροπή της οποίας βρισκόταν και ο ζεν πρεμιέ της εποχής –και μετέπειτα σύντροφος της– Δημήτρης Χορν. Μέσα στις απογοητεύσεις και στις ατυχίες της ζωής, η Έλλη στάθηκε τυχερή, καθώς ένας καλός φίλος της Κοτοπούλη την έπεισε να αναθεωρήσει τη δυσμενή απόφαση για το νεαρό κορίτσι και να τη δεχτεί.
Με την είσοδο της στη σχολή ηΈλλη άλλαξε το επίθετο της από Λούκου σε Λαμπέτη, έπειτα από σχετική παρότρυνση του θείου της. Πηγή έμπνευσης του επιθέτου ήταν ο «Αστραπόγιαννος»του Βαλαωρίτη.Έκτοτε, ο χρόνος της ήταν μοιρασμένος ανάμεσα στο Γυμνάσιο και στη θεατρική σχολή της Κοτοπούλη. Η ίδια, όταν γνώρισε την Έλλη και διέκρινε το άστρο που είχε αλλά και το μοναδικό της ταλέντο, εντυπωσιάστηκε και της έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο «Η Χάννελε πάει στον Παράδεισο» το 1942.

Διαβάστε επίσης  Masterclass με τον Ryszard Nieoczym

Θυελλώδεις σχέσεις και επαγγελματική καταξίωση

(Ποιητική συλλογή του Θ. Σγουρδέλη, την οποία συνέθεσε για χάρη της Ε. Λαμπέτη.)

Λίγο καιρό μετά τον πρωταγωνιστικό ρόλο που της δόθηκε, στις αρχές του 1943, η Λαμπέτη γνώρισε τον πρώτο έρωτα της ζωής της. Η εποχή αυτή συνδυάζει τις μεγάλες θεατρικές και κινηματογραφικές επιτυχίες με τους δυνατούς έρωτες. Βρήκε, λοιπόν, τον έρωτα στο πρόσωπο του Θεόδωρου Σγουρδέλη, ενός όμορφου και πλούσιου διπλωμάτη και ποιητή που ζούσε μόνιμα στο Παρίσι. Ο Φρέντυ Γερμανός έγραψε για αυτήν τη γνωριμία: «Η Έλλη νιώθει με το πρώτο βλέμμα μια ηλεκτρική εκκένωση». Ο Μάριος Πλωρίτης ανέφερε: «Ο άνθρωπος αυτός πρέπει να ήταν κάτι σαν μάγος(!)».  Η ίδια παραδέχτηκε πως όταν ερωτευόταν το θερμόμετρο χτύπαγε 42 βαθμούς. Η γνωριμία αυτή τη συνεπήρε τόσο πολύ, ώστε σιγά σιγά άρχισε να βάζει σε δεύτερη μοίρα τις επαγγελματικές υποχρεώσεις της, γεγονός που εκνεύρισε και ανησύχησε την Κοτοπούλη.

Η ίδια είπε χαρακτηριστικά: «Μου έδωσε τον παράδεισο και αυτό έχει σημασία, ήμουν ένα παιδί και μέσα σε λίγες μέρες έγινα γυναίκα».

Ο άνθρωπος αυτός την έφερε σε επαφή και τη μύησε στους κόλπους της ποίησης, της ζωγραφικής και της έμαθε όλους τους σπουδαίους συγγραφείς της εποχής. Επίσης, την παρότρυνε να εγκαταλείψει το θεατρικό σανίδι και να τον συνοδεύσει στο Παρίσι. Έτσι, η σχέση τελείωσε το 1945 και η Λαμπέτη έκανε την επάνοδό της στο θέατρο και σύντομα καταξιώθηκε ως μια σπουδαία ηθοποιός, εξαιρετικής εσωτερικότητας.

Παραστάσεις εποχής

(Ελένη Χατζηαργύρη και Έλλη Λαμπέτη στην «Κληρονόμο» το 1949.)

Το 1946 η Λαμπέτη άρχισε μια συνεργασία με το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και συμμετείχε σε αξιόλογες παραστάσεις, μερικές από τις οποίες ήταν: ο «Γυάλινος Κόσμος», η «Αντιγόνη», ο «Ματωμένος Γάμος». Παράλληλα έκανε και το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με το «Αδούλωτοι Σκλάβοι», σε σκηνοθεσία Μάριου Πλωρίτη, μετέπειτα συζύγου της. Το 1948 διέκοψε τη συνεργασία της με τον Κουν και έλαβε μέρος στον θίασο της κυρίας Κατερίνας και στον θίασο του Εθνικού Θεάτρου, με επίσης αξιόλογους ρόλους. Το 1949 συνεργάστηκε με το αντίπαλο δέος του Κουν, τον Κώστα Μουσούρη και μαζί του έκανε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες, όπως: η «Κληρονόμος» και το «Πεγκ καρδούλα μου».

Διαβάστε επίσης  Κατερίνα Γώγου: Το γαμώτο που δεν έζησα

Άδοξες σχέσεις και γάμοι

Τότε ήταν που γνώρισε τον δεύτερο μεγάλο έρωτα της ζωής της, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, με τον οποίο έκανε μια έντονη σχέση που κράτησε μόλις 6 μήνες. Μετά τη λήξη της σχέσης, η Λαμπέτη βρήκε παρηγοριά στο πλευρό του Μάριου Πλωρίτη, με τον οποίο και παντρεύτηκε το 1950. Ο γάμος τους, διήρκησε τρία χρόνια, αλλά οι δύο πρώην σύντροφοι έμειναν πιστοί φίλοι μέχρι το τέλος της ζωής της ηθοποιού. Η αιτία του χωρισμού ήταν η γνωριμία της Λαμπέτη με τον Δημήτρη Χορν, το 1952, όταν συγκρότησαν τον θίασο «Λαμπέτη-Παππάς-Χορν», υπό την καθοδήγηση του Πλωρίτη. Ο έρωτάς της ήταν τόσο έντονος που τον αποκάλυψε στον σύζυγό της σε μια περιοδεία τους στο Κάϊρο.

Η θυελλώδης σχέση

(Δημήτρης Χορν και Έλλη Λαμπέτη στο «Κορίτσι με τα μαύρα».)

Μόλις πήρε διαζύγιο από τον Πλωρίτη, σύναψε σχέση με τον Χορν, μια σχέση πολυτάραχη και καρμική. Στη διάρκεια, μάλιστα, της σχέσης τους συνεργάστηκαν και στη θεατρική σκηνή αλλά και στη μεγάλη οθόνη, όπου και μεγαλούργησαν. Ο Χορν υπήρξε ο άνθρωπος που συμμετείχε στην επιτροπή του Εθνικού Θεάτρου, η οποία την έκοψε στις εξετάσεις που έδωσε για να περάσει στη σχολή. Με αυτόν, λοιπόν, τον άντρα, που αντιπάθησε από την πρώτη κιόλας στιγμή, έκανε μεγάλες επιτυχίες. Μερικές από αυτές ήταν: «Το νυφικό κρεβάτι», ο «Βροχοποιός», η «Κυρία με τις καμέλιες», ο «Αριστοκρατικός δρόμος» και το «Παιχνίδι της μοναξιάς».

Στη μεγάλη οθόνη εντυπωσίασαν με την «Κάλπικη λίρα», το «Κυριακάτικο ξύπνημα» και το «Κορίτσι με τα μαύρα». Το «Θείο Ζεύγος», όπως αποκαλούνταν από τον Τύπο της εποχής, επέλεξε την πορεία μιας συντροφικής σχέσης συμβίωσης, καθώς δεν παντρεύτηκε ποτέ.

Τα πρώτα σύννεφα

(Στιγμιότυπο από προσωπική στιγμή του ζευγαριού.)

Η σχέση τους διήρκησε 6 χρόνια. Στο διάστημα αυτό, η Λαμπέτη έχασε τη μητέρα της, δύο από τις αδερφές της από καρκίνο και άλλη μία από τροχαίο, και έναν αγαπημένο συνάδελφο της, τον Γιώργο Παππά. Όπως είναι λογικό, η ψυχολογία της κλονίστηκε και άρχισαν οι πρώτες ανησυχίες για την υγεία της, καθώς έχασε δύο αδερφές από την επάρατη νόσο. Ούσα, λοιπόν, καταβεβλημένη, η σχέση της με τον Χορν άρχισε να επηρεάζεται και οι εντάσεις κορυφώθηκαν όταν αναγκάστηκε να κάνει έκτρωση, μετά από απαίτηση του Χορν, ο οποίος δεν ήθελε να κάνει παιδιά. Έτσι, έχασε την ευκαιρία απόκτησης ενός τέκνου, κάτι που επιθυμούσε βαθιά. Το 1959 αποφάσισαν να τραβήξουν χωριστούς δρόμους, κάτι που σόκαρε το κοινό, καθώς τους θεωρούσε πρότυπο ζευγαριού. Τα πρώτα χρόνια δεν μιλούσαν ο ένας στον άλλον και δε συνεργάστηκαν ποτέ ξανά.

Διαβάστε επίσης  «Αόρατος κόσμος» στην «Πολιτεία Θεάτρου» στην Θεσσαλονίκη

 Δεύτερος γάμος

Η δυναμική και ανεξάρτητη στον χώρο της δουλειάς Έλλη, αναζητούσε πάντα ένα στήριγμα στη προσωπική της ζωή. Έτσι, λοιπόν, έκανε σχέση με
τον Αμερικάνο συγγραφέα Φρέντερικ Γουέϊκμαν, με τον οποίο παντρεύτηκε το 1960. Ο γάμος τους κράτησε 16 χρόνια και την εποχή εκείνη έφτιαξε τον δικό της θίασο και ανέβασε λαμπρές παραστάσεις, όπως «Το λεωφορείο ο Πόθος», η «Γλυκιά Ίρμα», ο «Βυσσινόκηπος» κ.ά.

Ο  δεύτερος σύζυγός της ίσως ήταν ο μοναδικός άντρας που την αγάπησε τόσο πολύ και προσπαθούσε συνεχώς να την έχει ευτυχισμένη. Της παρείχε όλα τα υλικά αγαθά που μπορούσε, όμως εκείνο που της έλειπε ήταν η ύπαρξη ενός παιδιού. Το ζευγάρι, λοιπόν, υιοθέτησε ένα μικρό κοριτσάκι, την Ελίζα, με το οποίο η Λαμπέτη δέθηκε πολύ. Η υπόθεση όμως πήρε δυσάρεστη τροπή, καθώς οι φυσικοί γονείς του παιδιού τη διεκδίκησαν, κερδίζοντας την επιμέλειά της μετά από τέσσερα χρόνια.

Κλονισμός υγείας

(Η Έλλη Λαμπέτη με τη θετή της κόρη, Ελίζα.)

Η απομάκρυνση της Ελίζας σε συνδυασμό με τον καρκίνο που είχε κάνει την εμφάνιση του το 1969 και την ανάγκασε να υποβληθεί σε ολική μαστεκτομή στη Νέα Υόρκη, την οδήγησαν σε βαριά κατάθλιψη. Οι ατυχίες αυτές προκάλεσαν φθορά στη σχέση της με τον Γουέϊκμαν, με τον οποίο χώρισε το 1976, και αποφάσισε να αφοσιωθεί εξολοκλήρου στην Τέχνη της.

Έργα ύστερης περιόδου

Το 1976 συνεργάστηκε με τον Μάνο Κατράκη στην «Φθινοπωρινή Ιστορία». Έπειτα, ακολούθησε η «Δεσποινίς Μαργαρίτα», η «Φιλήμονα Μαρτουράνο», τα «Μονόπρακτα» και πολλές ακόμη σημαντικές παραστάσεις.

Η «Τελευταία Παράσταση»

(Από την παράσταση «Δεσποινίς Μαργαρίτα».)

Το 1980 ο καρκίνος εμφανίστηκε και πάλι με πιο επιθετική μορφή, κάνοντας συνέχεια μεταστάσεις. Το 1981 πραγματοποίησε την τελευταία της εμφάνιση στο θέατρο, παίζοντας την κωφή Σάρα, στο έργο «Παιδιά ενός κατώτερου Θεού», μια συγκλονιστική ερμηνεία από μια γυναίκα που είχε χάσει τη φωνή της από τη χημειοθεραπεία. Το χαρακτηριστικό της ψεύδισμα, που την ξεχώρισε από κάθε άλλη πρωταγωνίστρια, είχε πια σιγήσει. Το 1983, μετά από σκληρή μάχη με τον καρκίνο, άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο «Mount Sinai Hospital» στη Νέα Υόρκη. Ήταν 3 Σεπτεμβρίου, 7:30 το πρωί. Αξίζει να σημειωθούν τα τελευταία της λόγια: «Αργώ πολύ να πεθάνω;» και «Ένα τριαντάφυλλο, μόνο ένα τριαντάφυλλο θέλω…» που ζήτησε από την μοναδική αδερφή της που βρισκόταν εν ζωή, την Αντιγόνη.

Η σορός της μεταφέρθηκε στην Ελλάδα στις 5 Σεπτεμβρίου και στις 6 του μήνα κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, υπό τη συνοδεία πλήθος κόσμου. Το ελκυστικό της ψεύδισμα χάθηκε για πάντα, αλλά όχι τα μελαγχολικά, γεμάτα αγάπη και πόνο μάτια της, τα οποία δωρίστηκαν προς μεταμόσχευση. Αυτή ήταν και η τελευταία προσφορά στον άνθρωπο από μια γυναίκα ευαίσθητηπαθιασμένη, ταλαντούχα και κορυφαία στο είδος της.

 

Πηγές

http://www.iefimerida.gr/

http://www.wikipedia.gr

http://www.theatrikaprogrammata.gr

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Πώς να ταιριάξω τα χρώματα του σπιτιού σαν επαγγελματίας

 Όσο περνάνε τα χρόνια μέσα σε ένα σπίτι, αυξάνεται η
Οι 10 καλύτερες τροφές για αποτοξίνωση την άνοιξη

Οι 10 καλύτερες τροφές για αποτοξίνωση την άνοιξη

Οι 10 καλύτερες τροφές για αποτοξίνωση την άνοιξη είναι εδώ